ΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ

                                                                                             ΒΛΑΣΣΗΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ

Ο Βλάσης Φραγκούλης καθότανε στην αυλή του σπιτιού του, στο Κέρεν, κι έβλεπε τα δέκα παιδιά του να παίζουν μεταξύ τους σε ομάδες, ανάλογα με την ηλικία τους, άλλα να γελάνε, άλλα να τσακώνονται και άλλα να κρατάνε στην αγκαλιά τους τα πολύ μικρότερα αδέλφια τους και να τα νταντεύουνε.

Στην άλλη άκρη της αυλής η γυναίκα του Μαχλέτ (Δέσποινα) μαζί με το υπηρετικό προσωπικό να κάνουν τις ετοιμασίες για την εξασφάλιση του μεσημβρινού φαγητού της οικογένειας.

Μια ήρεμη ευτυχία τον έκανε να νοιώθει πλήρης στην ζωή του και του έδινε δύναμη για να ασκεί τις επαγγελματικές του δραστηριότητες, και ήτανε πολλές, που τους εξασφάλιζαν μια άνετη ζωή. Αυτό όμως για το οποίο καμάρωνε, κατά κύριο λόγο, ήτανε η εξέχουσα θέση που του εκχωρούσαν οι κάτοικοι του Κέρεν, προύχοντες και απλοί, ξένοι και ντόπιοι, λόγω της εν γένει πολιτείας του και της προσωπικότητάς του.

Η σκέψη του όταν έβλεπε αυτές τις εικόνες έτρεχε ξανά και ξανά, πού αλλού, στις ρίζες του, στα παιδικά και νεανικά του χρόνια. Γεννημένος στα Τρίκαλα Κορινθίας μέσα σε μια εύπορη, σχετικά, οικογένεια στο δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα είχε και αυτός μια αναπάντεχη πορεία μέχρι να φτάσει να καζαντίσει σ΄ αυτή την όμορφη περιοχή της Ερυθραίας, το Κέρεν, που φημιζότανε για το ωραίο κλίμα του και τα εύφορα εδάφη. Ήταν και κόμβος για την μετάβαση εμπόρων από τα υψίπεδα του Χαμασιέν (Ασμάρα) στο νότιο Σουδάν (Κάσσαλα) και από εκεί στην Αίγυπτο και τον υπόλοιπο κόσμο.

Ο Θεόδωρος

Όταν το νέο Ελληνικό Κράτος σπαραζόταν από εσωτερικές πολιτικές διαμάχες για την νομή της εξουσίας, χωρίς καμιά φροντίδα για την ευημερία και προκοπή του τόπου για λογαριασμό όλων, ο πρωτότοκος γιός της οικογένειας Φραγκούλη, ο Θεόδωρος, έφυγε από τα Τρίκαλα και με τα συγκοινωνιακά μέσα της εποχής κατέληξε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου το ελληνικό στοιχείο μεγαλουργούσε στις τέχνες, τα γράμματα και κυρίως στο εμπόριο και είχε δημιουργήσει μια δυναμική παροικία.

Μαθαίνοντας σαν παραγιός σε εμπορικό, στην αρχή, τα μυστικά του εμπορίου και της οικονομίας ροβόλησε σιγά- σιγά μέσω της Άνω Αιγύπτου προς τα ενδότερα της Αφρικής και σε δύο τρία χρόνια κατέληξε να εγκατασταθεί στο Κέρεν που με το ισορροπημένο φυσικό περιβάλλον και την κομβική του θέση γήτευε τους δημιουργικούς ανθρώπους και τους κρατούσε για πάντα κοντά του.

Όλα του πήγαιναν καλά, του Θόδωρου Φραγκούλη έως ότου άρχισε να λαμβάνει σειρά γραμμάτων από τον αδελφό του τον Βλάση που του έλεγε, με λίγα λόγια, πως ενώ ήτανε όλοι καλά στα Τρίκαλα, η μητέρα τους μαράζωνε από τον καημό της που «έχασε» στα ξένα τον πρωτότοκο γιό της.

Η ανταλλαγή γραμμάτων και προβληματισμών οδήγησε τα πράγματα στην συμφωνία να μεταβεί ο Βλάσης στο Κέρεν να διαχειρισθεί την περιουσία όσο ο Θόδωρος θα επισκεπτόταν το πατρικό του να δεί την μητέρα του και στη συνέχεια να επανέλθει ο καθένας στη θέση του.

Τα πράγματα σε πρώτη φάση γίνανε όπως τα σχεδίασαν αλλά στη συνέχεια πήραν άλλο δρόμο. Η μητέρα του Θόδωρου του είχε έτοιμη πολύφερνη νύφη στα Τρίκαλα και μετά το γάμο όλοι συμφώνησαν πως δεν συνέτρεχε κανένας λόγος να ξενιτευτούν οι νεόνυμφοι.

Από την άλλη μεριά ο έρωτας του Βλάση Φραγκούλη με τη Μαχλέτ, την πρωτότοκη κόρη ενός από τους προεστούς του Κέρεν, χρύσωσε το χάπι της ξενιτιάς και οδήγησε στην οριστική εγκατάσταση του Βλάση στο Κέρεν. Αργότερα τακτοποιήθηκαν τα περιουσιακά του Θόδωρου και του Βλάση με την χρονοβόρα ανταλλαγή των περιουσιακών δικαιωμάτων των δύο στο Κέρεν και τα Τρίκαλα.

Ο Βλάσης

Η περιουσία αυγάτισε και σύντομα ο Βλάσης Φραγκούλης έγινε σημαντικός παράγων της περιοχής ασχολούμενος εκτός από το εμπόριο, με εργολαβικές εταιρείες μεγάλων έργων και άλλες δραστηριότητες.

Η εδραίωσή του στον χώρο, μαζί με άλλους Έλληνες (Κυριακάκης, Ντουντουλάκης, Παπουτσάκης, κ.α.) οδήγησε στο να ιδρύσουν Ελληνική Κοινότητα, να κτίσουν ελληνορθόδοξη εκκλησία του Άγιου Ιωάννη του Πρόδρομου και να φέρουν Ελληνα δάσκαλο για τα παιδιά τους. Τα δέκα εν ζωή παιδιά του Βλάση Φραγκούλη και της Μαχλέτ (δύο είχανε πεθάνει σε βρεφική ηλικία) πήρανε ελληνική παιδεία, εφαρμόσανε τα ελληνικά ήθη και έθιμα με μεγάλη προσήλωση σ’ αυτά και με πατριωτισμό. Ο πρωτότοκος γιός Θεόδωρος (το όνομα προς τιμήν του αδελφού) εστάλη στην Ελλάδα όπου σπούδασε στη Σχολή Ευελπίδων, έκανε στρατιωτική καριέρα και αποστρατεύτηκε με βαθμό Αντιστράτηγου. Η δεύτερη κόρη Διαμαντούλα, παντρεύτηκε τον Μανώλη Στεφανίδη, πολιτικό μηχανικό από τη Σκύρο, συνεργάτη του Βλάση, και απέκτησαν τέσσερα παιδιά (Ειρήνη, Αλεξάνδρα, Μαρίκα και τον πατέρα του γράφοντος Βλάση Στεφανίδη). Τα άλλα παιδιά σκόρπισαν στην Ιταλία την Αμερική και την Ελλάδα. Τα ονόματά τους : Θόδωρος, Διαμαντούλα, Αντώνης, Αρτεμισία, Αικατερίνη, Καλομοίρα, Μαρία, Γεώργιος, Ελευθέριος, Μενέλαος.

Ο Βλάσης Φραγκούλης γεννήθηκε στα Τρίκαλα Κορινθίας και πέθανε πλήρης ημερών στο Κέρεν της Ερυθραίας στο νεκροταφείο του οποίου βρίσκεται ακόμη και σήμερα ο τάφος του. Ένα δημιουργικό πέρασμα από αυτή τη ζωή όπου εκτός από πολυπληθείς απογόνους, άφησε και σημαντικό έργο όντας ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Κοινότητας του Κέρεν.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Με την Ελληνική ομάδα Βόλεϊ SPORTING, έπαιζε και ο εγγονός του Βλάση Φραγκούλη. Ο Βλάσης Φραγκούλης, ο νεότερος, διακρίνεται με το αριθμό 5 στη φανέλα του. 

                                                                                                                                                                                    Μιχαήλ (Μάκης) Στεφανίδης

Ο Μιχαήλ (Μάκη) Στεφανίδη, αναφέρεται στον προπάππου του, τον Βλάση Φραγκούλη, ο οποίος ήταν ένας από τους πρώτους Έλληνες, που μετανάστευσαν στην Ερυθραία. 

                                                               ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΣΑΡΡΗΣ

Το 1910, ο Παναγιώτης Σαρρής φεύγει σε μικρή ηλικία από το χωριό του, το Νεοχώρι που βρίσκεται στα σύνορα μεταξύ Αρκαδίας και Λακωνίας για την Αιθιοπία, την ονομαζόμενη τότε Αβησσυνία. Μέχρι σήμερα, κάνεις δεν γνωρίζει γιατί διάλεξε την Αιθιοπία, την στιγμή που δεν είχε εκεί συγγενείς και φίλους. Η μοναδική πληροφορία που έχουμε, είναι από το βιβλίο του Αθανάσιου Μίχου, ΤΙΘΟΡΕΑ-ΑΔΔΙΣ ΑΜΠΕΜΠΑ, σε αυτό, διαβάσουμε, πως τον Παναγιώτη Σαρρή κάλεσε "κάποιος γνωστό του" από το Λεωνίδιο της Κυνουρίας, οποίος ζούσε τότε στο Djibouti.

Πιστεύω πως το ερέθισμα να πάει εκεί, ήταν η νίκη των Αιθιόπων στην μάχη της Adoua, υπό την ηγεσία του Αυτοκράτορα Μενελικ Β'. Δικαίως θεωρείται ένας ''σταθμός'' στην ιστορία της Αιθιοπίας. Ήταν ΝΙΚΗ-ΣΥΜΒΟΛΟ για όλη την Αφρική, για πρώτη φορά, μια Αφρικάνικη χώρα αντιστεκόταν σθεναρά και με απολυτή επιτυχία, σε μια αποικιοκρατική δύναμη. 

Έτσι ο Παναγιώτης Σαρρής δεν μπορεί να μην είχε ακούσει, πως οι ηγέτες της Αιθιοπίας, είχαν ''κρατήσει χριστιανική" την χώρα τους, ανυψώνοντας την σημαία του Σταυρού και της Ελευθερίας. Το Ισλάμ, έχει επικρατήσει στην Αραβία, στις γείτονες χώρες προς την Αιθιοπία, στην Βόρεια Αφρική, ακόμα και στην Ισπανία. Η μαγική αυτή χώρα, ήταν απομονωμένη και οι Έλληνες το γνώρισαν αυτό και την είχαν αγαπήσει από πολύ παλιά. Όταν έφθασε στο Djibouti, την Αιθιοπία κυβερνούσαν η Ζαουντίτου, κόρη του Μενέλικ και ανιψιός της, ο Λίτζ Ιγιάσου.

Μόλις το καράβι έφθασε από τον Πειραιά στο Djibouti, βρήκε αμέσως εργασία. Άρχισε να δουλεύει σε μαγαζί πολυτελείας, με προϊόντα πορσελάνης, κρύσταλλα και ασημικά σκεύη. Δεν είχε ακόμη συμπληρώσει έναν μήνα εκεί και καθώς καθάριζε την βιτρίνα του μαγαζιού, ευρισκόμενος πάνω σε μια σκάλα, του έπεσε ένα κρυστάλλινο αντικείμενο και έσπασε.

Τότε ακούστηκε η φωνή του αφεντικού να του λέει: Παναγιώτη θα σου κόψω την ζημιά που έκανες από τον μισθό σου και ας είναι ο πρώτος. Προς στιγμήν, σκέφτηκε να κάνει πίσω, λόγω της ανάγκης που είχε για εργασία. Αμέσως όμως αντέδρασε, λέγοντας του: Και όλα αυτά από την αποζημίωση μου...., τότε δίδει μια σπρωξιά στην βιτρίνα, την γκρεμίζει και καταστρέφονται πολλά από τα αντικείμενα που είχε μέσα, αδιαφορώντας για τις συνέπειες που θα είχε.

Η πράξη αυτή, τον ανάγκασε χωρίς άλλη σκέψη, να εγκαταλείψει το Djibouti. Γνώριζε πως η Γαλλική αστυνομία θα τον αναζητούσε, μετά από μήνυση που θα κατέθετε το αφεντικού του. Τότε αποφάσισε να εισέλθει λαθραία στην Αιθιοπία. Με μεγάλη ψυχραιμία, τόλμη και χωρίς φόβο, ακολουθώντας, ένα καραβάνι, περπάτησε πάνω από δυόμιση μήνες, μέχρι να φθάσει στην Αντίς Αμπέμπα. 

Το χαρακτηριστικό στοιχείο της προσωπικότητας του, ήταν, ότι έβαζε στόχους στην ζωή του και τους πραγματοποιούσε, διότι ήταν εγωιστής και πάνω απ' όλα ήταν πεισματάρης. Ένας από αυτούς, ήταν να γίνει επιχειρηματίας, να έχει την οικονομική άνεση και να ταξιδέψει στην Ελλάδα. Ήθελε να πάει στο χωρίο του, να παντρευτεί την Ελισάβετ Αλεξανδράκη και να δημιουργήσουν την οικογένεια τους. Τελικά το πέτυχε. Για να ταξιδεύσει στην Ελλάδα, έπρεπε να επιστέψει στο Djibouti. Εκεί βρήκε την ευκαιρία και πλήρωσε την ζημιά έκανε στο πρώην αφεντικό του.

Όταν επέστρεψε από την Ελλάδα, είχε μαζί του την γυναίκα του Ελισάβετ και τις δυο αδελφές του, Βενετία και Κωσταντίνα. Αργότερα, ήρθαν στην Αιθιοπία, η τρίτη αδελφή του, Αντώνα και τα αδέλφια της Ελισάβετ, Νικόλας και Κώστας Αλεξανδράκης.

Την εποχή εκείνη, δυο ακόμα " Νέοι" είχαν ξεκινήσει το ταξίδι τους για την Αιθιοπία. Ήταν ο Αντώνης Τρίτος και ο Αθανάσιος Μίχος, οποίοι γνωρίστηκαν μέσα στο πλοίο που τους μετέφερε στο Djibouti. Η μοίρα τα έφερε έτσι, ώστε, μετά από χρόνια να παντρευτούν και οι δυο τους, τις κόρες του Σαρρή, ο πρώτος την Φιλίτσα και δεύτερος την Ελένη.

Μέτα τον ερχομό των συγγενών του, ''ο Φεουδάρχης της Αιθιοπίας'' όπως τον χαρακτήρισε, η εφημερίδα Μακεδονία το 1935, άρχισε την δυναμική των εξέλιξη των επιχειρήσεων του, με βάση την οικογένεια του.

Είμαστε στο 1924, όταν ο διάδοχος ''Ras Tafari'' σχεδιάζει τις μεταρρυθμίσεις που θα εφαρμόσει στην Αιθιοπία. Μέτα από 11 χρόνια, είναι πλέον Αυτοκράτορας και κατέχει τον τίτλο'' Βασιλεύς των Βασιλέων''. Με τις παραπάνω ιδιότητες του, εφαρμόζει νέο Σύνταγμα και βαδίζει την χώρα του, προς το μέλλον. 

Παράλληλα ο Παναγιώτης Σαρρής, αρχίζει να επιπλέει ως επιχειρηματίας. Στην Ελλάδα οι εφημερίδες: Έθνος, Βραδυνή, Ακρόπολης και Μακεδονία, γράφουν και αφιερώνουν άρθρα, για τον "Επιτυχημένο Έλληνα Βιομήχανο" και μερικές από αυτές, τον παρουσιάζουν ως Αρκά, ενώ άλλες ως Λάκων. Αναφέρονται ότι μέσω των επενδύσεων που έχει κάνει, έχει κατακτήσει την χώρα.

Ο Σαρρής, εκτός των άλλων επενδύσεων που είχε κάνει, δημιούργησε και το μικρό ''Akaki'', ένα πρότυπο κτήμα, όπου σε ένα λόφο του, κατασκεύασε, τον εκ Μάνης αρχιτεκτονικής Πύργος του. Είναι "μια υπερήφανη οικοδομή", η οποία έχει μια επιβλητική σκάλα στην είσοδο της. Περιβάλλεται από λουλούδια, οπωροφόρα δένδρα και από ένα καταπληκτικό κήπο. Αριστερά του Πύργου τρέχει το ποτάμι Akaki.

Από τον Πύργο, μπορούσε να δει κάνεις πολλά κτίρια, όπως τις κατοικίες των συγγενών του, τους αποθηκευτικούς χώρους και τα κτίρια των βιομηχανιών του: κυλινδρόμυλος, μακαρονοποιείο, σποροελαιουργείο και το εργοστάσιο οινοπνεύματος. Στο κτήμα υπήρχε, συγκρότημα παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, με γερμανικές τουρμπίνες, οι οποίες μετέτρεπαν την κινητική ενέργεια του νερού του ποταμιού Akaki, σε ηλεκτρικό ρεύμα. Ήταν πάντα σε ετοιμότητα, ώστε να μπορούν να λειτουργήσουν οι βιομηχανίες του, σε περίπτωση διακοπής του ηλεκτρικού της ELPA (αντίστοιχη της ΔΕΗ).

Κατά την διάρκεια της Ιταλικής κατοχής o Ras Abeba Aragai, σε συνεργασία με τον Παναγιώτη Σαρρή, οργάνωσαν το κίνημα "Αντίσταση", με αποτέλεσμα με τις συνεχείς επιδρομές κατά Ιταλικών Στρατιωτικών Κέντρων. 

Τέλος, το Αιθιοπικό κράτος, ανεγνώρισε την προσφορά του και τον τίμησε, μετά παρακάτω παράσημα:

1. ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ: Για την κατασκευή του νερόμυλου και αργότερα του κυλινδρόμυλου, με αποτέλεσμα οι Αιθίοπες να μάθουν το αλεύρι και κατ'επέκταση το ψωμί. Είναι γνωστό σε όλους μας, πως μέχρι τότε, γνώριζαν μόνο την "Ιντζέρα".

2. ΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ: Για την καλλιέργεια της αμπέλου, με αποτέλεσμα οι Αιθίοπες να μάθουν το σταφύλι και κατ΄επεκταση το κρασί. Μέχρι τότε γνώριζαν μόνο την "Τάλα" και το "Τέτζ".

3. ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ: Για την συμμετοχή του, στους αγώνες κατά των Ιταλών καταχτητών. Ήταν για εκείνον το ''Σημαντικότερο'' παράσημο.

                                                                                                                                                                                                    Παναγιώτης Μίχος

 Ο Παναγιώτης Μίχος, αναφέρεται στον παππού του, τον Παναγιώτη Σαρρή, ο οποίος ήταν από τους πρώτους Έλληνες, που επένδυσαν στην Αιθιοπία.  .  

                                                                                                                                            ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΙΝΙΕΡΑΤΟΣ 

Η ιστορία της οικογένεια μου στην Αιθιοπία, ξεκίνησε την δεκαετία του 1920, όταν ήρθε στην Αιθιοπία, ο Παναγής Φιλιππάτος. Ήταν τότε, που το πρώτο αγόρι κάθε οικογένειας έπρεπε να ξενιτευτεί, για να εργαστεί και να μπορέσει να παντρέψει τις αδελφές του. Ένα τέτοιο αγόρι ήταν ο πατέρας μου, ο Ευάγγελος Βινιεράτος, από το χωριό Πουλάτα της επαρχίας Σάμης, του νομού Κεφαλλήνιας. Σε ηλικία 21 χρονών και μετά την ολοκλήρωση των στρατιωτικών του υποχρεώσεων, έφυγε από το νησί όπου γεννήθηκε και πήρε τον δρόμο για την Αιθιοπία. Επέστρεψε σε αυτό, μετά από 25 χρόνια.

Στην Αιθιοπία, τότε, ζούσε και μεσουρανούσε ο θείος του, ο Παναγής Φιλιππάτος, αδελφός της μητέρας του. Άνθρωπος      με μεγάλη οξυδέρκεια, όποιος με επιτυχημένες επαγγελματικές δραστηριότητες, είχε αποκτήσει μεγάλη οικονομική    επιφάνεια. Δραστηριοποιήθηκε στην περιοχή του Ντέντερ, της επαρχίας Χάραρ, όπου μαζί με τα αδέλφια του, Θεόδωρο     και Βασίλη, ασχολήθηκαν με την εξαγωγή του καφέ.

Ο Βαγγέλης Βινιεράτος άρχισε την επαγγελματική του σταδιοδρομία το 1929, εργαζόμενος στην επιχείρηση που              είχαν δημιουργήσει οι θείοι του, με την επωνυμία FILIPPATOS BROS. Εγκαταστάθηκε στο Ντέντερ και ασχολήθηκε με       τον καφέ. Το 1931, ήρθε στην Αιθιοπία και ο αδελφός του Γεράσιμος, ο οποίος ήταν τότε μόλις 17 ετών.

Οι πρώτες ενέργειες του νεαρού Κεφαλλονίτη ήταν να συγκεντρώσει χρήματα, τα οποία έστειλε στο νησί και μπόρεσαν       και παντρεύτηκαν οι ‘’σορέλες του’’, όπως αποκαλούσε, τις αδελφές του. Η μεγαλύτερη από αυτές, η Έλλη, ήρθε στην Αιθιοπία και παντρεύτηκε, ένα Κεφαλλονίτη μετανάστη.

Απελευθερωμένος, από τις οικογενειακές του υποχρεώσεις, αποφάσισε να δημιουργήσει και αυτός την δική του οικογένεια. Έτσι, το 1941, παντρεύτηκε, στην Αντίς Αμπέμπα, την Ελένη Μάρκου, η οποία ήταν γεννημένη στην Αιθιοπία. Μαζί της απέκτησε δυο αγόρια, τον Σταύρο και τον Γιώργο. Η οικογένειά του ζούσε στην Ντίρε Ντάουα, ενώ αυτός στο Ντέντερ.

Μετά από πολλά χρόνια εργασίας, οι θείοι του, Θεόδωρος και Βασίλης, αποχώρησαν από την Αιθιοπία και από την εταιρεία FILIPPATOS BROS. Τις θέσεις τους κατέλαβαν τα δυο ανίψια τους, ο Βαγγέλης και ο Γεράσιμος, αλλά το μεγάλο αφεντικό ήταν πάντα ο Παναγής.

Δυστυχώς, η οικονομική ισχύς του Παναγή Φιλιππάτου, κράτησε μόνο μέχρι το 1950. Οι ‘’τυχοδιώκτες’’ που ήταν μάστιγα  την εποχή εκείνη, τον παρέσυραν, με αποτέλεσμα την χρεοκοπία του. Μετά από αυτήν, έφυγε, για το Τζιμπουτί. Πέθανε εκεί, από τον καημό του. Ήταν μόλις 52 χρονών

Ο πατέρας μου, μετά την χρεοκοπία της επιχείρησης, όπου είχε εργαστεί για 20 χρόνια, συνέχισε να ασχολείται με το εμπόριο του καφέ. Ένας αποτυχημένος συνεταιρισμός και η έλλειψη της οικογένειάς του, που ζούσε μακριά του, τον έκανε  να εγκαταλείψει το Ντέντερ και να επιστρέψει στην Ντίρε Ντάουα.

Στην Αιθιοπία, υπήρχε τότε ένας μεγάλος ελληνικός εμπορικός οίκος. Είχε την έδρα του στην Αντίς Αμπέμπα και υποκαταστήματα στην Ασμάρα, το Τζιμπουτί και την Ντίρε Ντάουα. Ήταν ο οίκος ΜΥΡΙΑΛΛΗ–ΠΑΠΑΦΙΛΙΠΠΟΥ, ο οποίος είχε δραστηριοποιηθεί στην εξαγωγή του καφέ και παράλληλα έκανε εισαγωγές αυτοκινήτων, από την Σοβιετική Ένωση.

Με πρόταση, του Αθανασίου Μάρκου, αδελφού της γυναίκας του, ο πατέρας μου τοποθετήθηκε επικεφαλής του γραφείου  της Ντίρε Ντάουας. Γνώστης του αντικειμένου και ακολουθώντας σταθερά βήματα, οδήγησε το υποκατάστημα, στην ακμή του, το 1968. Όπως γραφεί ο Χρήστος Ε. Γιαννούλας, στο βιβλίο του ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΑΞΩΜΗΣ,   όταν επισκέφτηκε την πόλη ο Μητροπολίτης Αξώμης Μεθόδιος, την περίοδο εκείνη, ο κυριότερος εμπορικός οίκος ήταν ο οίκος ΜΥΡΙΑΛΛΗ-ΠΑΠΑΦΙΛΙΠΠΟΥ.

Ο Ευάγγελος Βινιεράτος ασχολήθηκε και με τα κοινά και διατέλεσε μέλος του Δ.Σ της Ελληνικής Κοινότητας της Ντίρε Ντάουας. Χαρακτηριστικό στοιχείο της προσωπικότητάς του, ήταν το έντονο ενδιαφέρον του για τα μέλη της οικογένειάς του, που ζούσαν στην Αιθιοπία και για αυτά που ζούσαν στην Κεφαλονιά. Μιλούσε την κεφαλλονίτικη διάλεκτο μέχρι το τέλος της ζωής του. Πέθανε τον Δεκέμβριο του 1968, σε ηλικία 60 ετών. 

                                                                                                                                                                                             Σταύρος Ε. Βινιεράτος

Č